Posted on Leave a comment

Καθαρισμός συστήματος εργαλειομηχανής

Η διάρκεια ζωής ενός κοπτικού υγρού και η γενικότερη κατάστασή του επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες, όπως ο έλεγχος του ποσοστού αραίωσης, το επιμολυσμένο λάδι (tramp oil), ο ρυθμός συμπλήρωσης με φρέσκο λάδι κλπ. Το κλειδί όμως για τη διασφάλιση της μέγιστης ζωής του διαλύματος είναι η καθαριότητα του μηχανήματος και ο σωστός καθαρισμός.

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ

Κατά τη χρήση, τα συστήματα υγρών εργαλειομηχανών μολύνονται με υπολείμματα κατεργασίας, λιπαρές ουσίες σκληρού νερού κλπ., τα οποία εμφανίζονται στις πλευρές και τον πυθμένα των δεξαμενών. Αυτές οι αποθέσεις είναι ιδανικές περιοχές αναπαραγωγής για βακτηριακές και μυκητιακές μολύνσεις και τελικά γίνονται “βιομάζες” που μπορούν να συντομεύσουν τη ζωή των υγρών.

Είναι επομένως απαραίτητο, όταν κάποια συγκεκριμένη πλήρωση του υγρού κοπής έχει αναγνωριστεί ότι φθάνει στο τέλος της ωφέλιμης ζωής της, το σύστημα να καθαρίζεται και να απολυμαίνεται πλήρως. Η απλή άντληση του παλαιού διαλύματος και αναπλήρωση με νέο δεν αποτελεί οικονομικά αποδοτική εναλλακτική λύση.

Ακόμη και όταν η κατάσταση του υγρού κοπής φαίνεται καλή, χωρίς εμφανή συμπτώματα υποβάθμισης, η καλή εργασιακή πρακτική υπαγορεύει ότι τα συστήματα κοπτικών υγρών επωφελούνται από την ετήσια συντήρηση, που ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο μη προγραμματισμένων διακοπών και εξασφαλίζει
ασφαλείς συνθήκες εργασίας για τους χειριστές.

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ

Όπως και με τις περισσότερες εργασίες, η προετοιμασία είναι υψίστης σημασίας όταν καθαρίζετε ένα μηχάνημα. Πριν από την έναρξη της εργασίας σας είναι καλή ιδέα να διασφαλίσετε τα εξής:

  • Επαρκής χωρητικότητα δοχείων για την τοποθέτηση των αποβλήτων.
  • Φίλτρα αντικατάστασης διαθέσιμα όπου απαιτείται.
  • Επαρκής ποσότητα του κατάλληλου καθαριστικού προϊόντος.
  • Επαρκής ποσότητα φρέσκου υγρού για την αναπλήρωση και μετέπειτα συμπλήρωση του συστήματος.
  • Κατάλληλος εξοπλισμός ατομικής προστασία
Απάντληση κοπτικού υγρού. Η απάντληση ξεκινά από την επιφάνεια, για την απομάκρυνση των επιμολύνσεων.
Απάντληση κοπτικού υγρού – συνέχεια (έχουν απομακρυνθεί οι επιμολύνσεις της επιφάνειας)

ΜΕΘΟΔΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ

  • Εισαγάγετε το κατάλληλο καθαριστικό εργαλειομηχανών, με τη συνιστώμενη αναλογία αραίωσης, στο παλιό υγρό κοπής, εξασφαλίζοντας πρώτα ότι το σύστημα είναι γεμάτο, έτσι ώστε το καθαριστικό να έρχεται σε επαφή με όλες τις επιφάνειες της δεξαμενής.
  • Αφήστε το να κυκλοφορήσει για 8-10 ώρες (ελάχιστο 4 ώρες). Ένα καλό καθαριστικό συστήματος εργαλειομηχανών επιτρέπει στη μηχανή να παραμείνει στην παραγωγή κατά τη διάρκεια αυτού του κύκλου.
  • Απενεργοποιήστε το σύστημα και αφαιρέστε τα καλύμματα των δεξαμενών και το μηχανισμό μεταφοράς γρεζιών, όπου είναι δυνατόν.
  • Καθαρίστε το εσωτερικό του μηχανήματος με κατάλληλο εργαλείο (πχ βούρτσα) και αφαιρέστε τα στερεά υπολείμματα.
  • Αποστραγγίστε το παλιό υγρό χρησιμοποιώντας αντλία κενού ή άλλο κατάλληλο εξοπλισμό. Πραγματοποιήστε την άντληση πάντα από την επιφάνεια του υγρού, για να αποφύγετε τη δημιουργία φιλμ επιμολυσμένου λαδιού (tramp oil) στις επιφάνειες της δεξαμενής.
  • Αφαιρέστε τυχόν στερεά υπολείμματα από τις δεξαμενές και το μηχανισμό μεταφοράς γρεζιών.
  • Αφαιρέστε και καθαρίστε ή αλλάξτε τα φίλτρα.
  • Ξεπλύνετε το σύστημα με καθαρό νερό έως το ελάχιστο επίπεδο.
  • Επιτρέψτε την ανακυκλοφορία αυτού του νερού για λίγα λεπτά και στη συνέχεια αντλήστε το μέχρι να στεγνώσει.
  • Επανατοποθετήστε τον μεταφορέα γρεζιών και τα καλύμματα των δεξαμενών.
  • Γεμίστε με φρέσκο υγρό κοπής και κυκλοφορήστε αμέσως, απομακρύνοντας τα πρώτα λίτρα της ροής, καθώς αυτά μπορεί να περιέχουν νερό έκπλυσης.

Posted on Leave a comment

Συντήρηση υγρών κοπής

Η συντήρηση υγρών κοπής έχει μεγάλη σημασία σε ένα χώρο κατεργασιών, ιδιαίτερα όταν ένα μηχάνημα πρόκειται να παραμείνει αδρανές για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εάν εφαρμοστεί σωστά, θα μας προστατέψει κατά τη στιγμή της επανεκκίνησης από αυξημένα κόστη επαναφοράς της φυσιολογικής λειτουργίας του συστήματος και τυχόν φθορές.
Στην ιδανική περίπτωση λοιπόν, κατά την έναρξη της περιόδου αδράνειας, το όλο σύστημα θα πρέπει να καθαριστεί πλήρως με κάποιο ειδικό προϊόν καθαρισμού και να αφεθεί να στεγνώσει. Τυχόν συνδεδεμένα τεμάχια πρέπει να αφαιρεθούν, το μηχάνημα και τα εργαλεία να σκουπιστούν και μετά να επικαλυφθούν με κάποιο ειδικό προϊόν προστασίας έναντι της υγρασίας.

Εάν τα παραπάνω δεν είναι δυνατά, τότε οι τεχνικοί της Rocol συνιστούν τα ακόλουθα μέτρα:

  • Απομακρύνουμε το επιμολυσμένο λάδι (tramp oil) από το μηχάνημα. Το επιμολυσμένο λάδι είναι πηγή τροφής για βακτήρια· μεγάλες ποσότητές του στην επιφάνεια του κοπτικού υγρού θα περιορίσουν την παροχή οξυγόνου στο υγρό, πράγμα που θα προωθήσει την ανάπτυξη αναερόβιων βακτηρίων, τα οποία μπορεί να προκαλέσουν δυσάρεστες οσμές. Πριν την απομάκρυνση του tramp oil, ίσως χρειαστεί να αφήσουμε το μηχάνημα ακινητοποιημένο για λίγες ώρες, για να επιτρέψουμε στο λάδι να επιστρέψει όσο γίνεται περισσότερο στη δεξαμενή.
  • Αυξάνουμε το ποσοστό κοπτικού υγρού στη δεξαμενή. Αυτό γίνεται συμπληρώνοντας όσο το δυνατόν περισσότερο κοπτικό υγρό μέσα στο διάλυμα, ιδανικά χρησιμοποιώντας αναμίκτη υγρών. Σαν γενικός κανόνας, συνιστάται η αύξηση της αναλογίας κατά τουλάχιστον 40-50% πάνω από την αναλογία που είχε το κοπτικό υγρό στο φρέσκο γέμισμα το. Π.χ. 5% φρέσκο ​​γέμισμα + 40% = 7% στη δεξαμενή.
  • Κατά την συμπλήρωση του κοπτικού υγρου, τοποθετούμε μια δόση ενός μικροβιοκτόνου προσθέτου, όπως το ROCOL ULTRAGUARD® BX 2000. H αναλογία προσθήκης του είναι 2000: 1 π.χ. ένα διάλυμα 300lt θα απαιτούσε προσθήκη 150 ml. Φροντίζουμε να κυκλοφορήσουμε το υγρό για να αναμειχθεί το μικροβιοκτόνο. (Αυτή η διαδικασία μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε μήνα σε περίπτωση που τα μηχανήματα παραμένουν σε αδράνεια).
  • Όπου είναι δυνατόν, κυκλοφορούμε το υγρό για μία ώρα κάθε μέρα. Η κυκλοφορία του υγρού μειώνει τις επιπτώσεις της στασιμότητάς του, επιτρέπει την παρουσία οξυγόνου και περιορίζει την ανάπτυξη βακτηρίων. Κατά τη διαδικασία αυτή, είναι σημαντικό να λειτουργήσουμε όλες τις αντλίες.
  • Όπου είναι δυνατόν, τοποθετούμε σωληνώσεις αέρα στο διάλυμα για να οξυγονώσουμε το υγρό.

Τα παραπάνω μέτρα βέβαια, προϋποθέτουν ότι οι δεξαμενές δεν είναι ήδη σε επιβαρυμένη κατάσταση.

Εάν οι δεξαμενές ήδη απαιτούν καθαρισμό, χρησιμοποιούμε το ειδικό προϊόν καθαρισμού, ακολουθούμε την τυπική διαδικασία καθαρισμού και αφήνουμε τη δεξαμενή στεγνή μέχρι την επαναλειτουργία του μηχανήματος.

Εάν δεν είναι δυνατή η πλήρης εκτέλεση της διαδικασίας καθαρισμού, τότε μπορεί να γίνει μία έκπλυση με μεγαλύτερη αναλογία του καθαριστικού προϊόντος (50:1) ακολουθούμενη από αφαίρεση του παλαιού υγρού.

Κατά την επιστροφή στην παραγωγή, τόσο τα υπάρχοντα όσο και τα φρέσκα διαλύματα θα πρέπει να τροφοδοτούνται με τα σχετικά πρόσθετα όπως τα ROCOL ULTRAGUARD® BX 2000 (μικροβιοκτόνο).

Τα προϊόντα που θα χρησιμοποιηθούν για τις διεργασίες καθαρισμού και προστασίας, πρέπει να επιλέγονται με κριτήριο την αποτελεσματικότητά τους και την προσαρμογή τους στις απαιτήσεις του χρήστη. Μερικά ενδεικτικά χαρακτηριστικά τους μπορεί να είναι:

  • Ευελιξία χρήσης με πολλούς τύπους υγρών κοπής
  • Δυνατότητα χρήσης χωρίς διακοπή της παραγωγής (για το καθαριστικό προϊόν)
  • Οικονομικότητα στη χρήση (ποσοστό αραίωσης), χωρίς βέβαια να χάνεται η αποτελεσματικότητα στην εφαρμογή που προορίζεται.
  • Περιορισμός παρενεργειών. Π.χ. το προστατευτικό έναντι υγρασίας πρέπει να αφήνει όσο γίνεται πιο στεγνό φιλμ, ώστε να μην προσελκύει σκόνη.
  • Ευκολία στην τοποθέτηση, αλλά και στην αφαίρεση. (Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το προστατευτικό έναντι υγρασίας ROCOL MOISTURE GUARD® SPRAY διατίθεται και σε πράσινο χρώμα, για ευκολία εντοπισμού των σημείων που πρέπει να καθαριστούν και για ευκολία απομάκρυνσης του προϊόντος όταν χρειαστεί).

Όπως βέβαια είπαμε και στην αρχή, εάν είναι γνωστό ότι ένα μηχάνημα πρόκειται να παραμείνει αδρανές για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε ιδανικά πρέπει να προχωρήσουμε στη διαδικασία καθαρισμού, στεγνώματος και επιφανειακής προστασίας, όπου αρκεί η χρήση δύο προϊόντων: ένα προϊόν καθαρισμού – όπως το Rocol ULTRAGUARD® SC System Cleaner –  και ένα προϊόν προστασίας έναντι υγρασίας – όπως το ROCOL MOISTURE GUARD® SPRAY.

ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΑ ΟΦΕΛΗ

Αυτές οι απλές διαδικασίες θα βοηθήσουν μακροπρόθεσμα στη βελτιστοποίηση του κόστους παραγωγής, διατηρώντας

  • το ίδιο το υγρό κοπής σε υγιή κατάσταση,
  • την απόδοση του υγρού κοπής σε υψηλά επίπεδα,
  • ολόκληρο το σύστημα αποδοτικό και προστατευμένο από φθορά, διάβρωση και ανεπιθύμητα κατάλοιπα,
  • το περιβάλλον εργασίας πιο υγιές,
  • την απρόσκοπτη συνέχιση της παραγωγής.
Posted on Leave a comment

EGR – Συστήματα Ανακυκλοφορίας Καυσαερίων 

 

Το σύστημα ανακυκλοφορίας καυσαερίων (EGR – Exhaust Gas Recirculation) χρησιμοποιείται από τις αρχές της δεκαετίας του 70 με στόχο την μείωση των οξειδίων του αζώτου. Οι βαλβίδες EGR επιτρέπουν σε ένα ποσοστό καυσαερίων να οδηγείται ξανά στον θάλαμο καύσης κατά την διάρκεια της εισαγωγής.

 

Το σύστημα  ανακυκλοφορίας καυσαερίων μειώνει τις εκπομπές οξειδίων του αζώτου σε κινητήρες diesel και βενζίνης ακριβώς στη φάση σχηματισμού των οξειδίων, μειώνοντας τη θερμοκρασία καύσης και την περιεκτικότητα οξυγόνου στον αέρα εισαγωγής. Με την ανακυκλοφορία των καυσαερίων μειώνεται η θερμοκρασία τους και επιβραδύνεται η ταχύτητα καύσης. Προσθέτοντας καυσαέρια στο καύσιμο μίγμα, αυξάνει το ποσοστό πλήρωσης των κυλίνδρων, αφου μειώνονται οι παρασιτικές απώλειες λόγω άντλησης. Η τεχνολογία αυτή, σε συνθήκες χαμηλού φορτίου, εξασφαλίζει μείωση στις εκπομπές καυσαερίων, ειδικά των οξειδίων αζώτου.

Στους  βενζινοκινητήρες η ανακυκλοφορία καυσαερίων χρησιμοποιείται στην περιοχή λειτουργίας υπό μερικό φορτίο. Ανάλογα με την σχεδίαση του βενζινοκινητήρα, τα ποσοστά των καυσαερίων, που μπορεί να ανακυκλωθούν από το σύστημα EGR, μπορούν να αυξηθούν. Οι βενζινοκινητήρες με άμεση έγχυση με λειτουργία στρωματοποιημένου φορτίου έχουν τα υψλότερα ποσοστά ανακυκλοφορίας καυσαερίων από το σύστημα EGR. Καθώς κατά την λειτουργία των βενζινοκινητήρων με άμεση έγχυση σε φτωχό μίγμα, δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικοί οι τριοδικοί καταλυτικοί μετατροπείς, απαιτούνται υψηλότερα ποσοστά ανακυκλοφορίας καυσαερίων από το σύστημα EGR, για να μειωθούν οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου. Με την ανακυκλοφορία των καυσαερίων, τα οξείδια του αζώτου στα πρωτογενή καυσαέρια μειώνονται έως και κατά 70%.

Στους κινητήρες diesel χρησιμοποιούνται οξειδωτικοί  καταλυτικοί μετατροπείς  και φίλτρα σωματιδίων για τη μείωση των υδρογονανθράκων (HC) και των σωματιδίων (PM). Για να μειωθούν τα NOx στους κινητήρες diesel, η ανακύκλωση των καυσαερίων έχει καθιερωθεί ως μια καλά σχεδιασμένη και οικονομικά αποδοτική τεχνική λύση, παράλληλα με τα μέτρα βελτίωσης του κινητήρα, όπως ο χρονισμός της έναρξης της έγχυσης.

Η τοποθέτηση του συστήματος EGR

Υπάρχουν διάφορες θέσεις για την λήψη  των καυσαερίων ανάλογα με την εφαρμογή. Η κλασική θέση λήψης των καυσαερίων του κινητήρα είναι πριν από τον υπερσυμπιεστή, με εν συνεχεία επανατροφοδότησή τους στην πολλαπλή εισαγωγής. Αυτή είναι γνωστή ως ανακύκλωση καυσαερίων υψηλής πίεσης (HP EGR). Αντιθετα, στην ανακυκλοφορία καυσαερίων χαμηλής πίεσης (LP EGR), τα καυσαέρια λαμβάνονται  μετά από τον υπερσυμπιεστή και τροφοδοτούνται στον συμπιεστή με χαμηλή πίεση. Η ανάμειξη του καυσαερίου και του καθαρού αέρα μέσω του συμπιεστή θεωρείται η ιδανική για τον κινητήρα.

Στην περίπτωση των βαλβίδων υψηλής πίεσης τα καυσαέρια λαμβάνονται απευθείας από την πολλαπλή εξαγωγής και τροφοδοτούνται μέσω ενός σωλήνα με υψηλή πίεση στην πλευρά της εισαγωγής. Το μίγμα καυσαερίων και καθαρού αέρα αναμιγνύεται στον σωλήνα της πολλαπλής εισαγωγής ή στον σωλήνα μετά τον υπερσυμπιεστή.

Οι βαλβίδες ανακύκλωσης καυσαερίων πρέπει να στεγανοποιούν  με ασφάλεια έναντι της αντίθλιψης των καυσαερίων και της πίεσης του υπερσυμπιεστή. Πρέπει επίσης να είναι ανθεκτικές στην  ρύπανση, τη μόλυνση από αιθάλη και τα επιβλαβή συμπυκνώματα, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν διάβρωση.

Οι βαλβίδες HP EGR έχουν γενικά έναν αισθητήρα διαδρομής χωρίς επαφή. Η μονάδα ελέγχου  του κινητήρα μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτές τις πληροφορίες για να ρυθμίσει την επιθυμητή διαδρομή της βαλβίδας – και συνεπώς τον απαιτούμενο ρυθμό ανακύκλωσης καυσαερίων – σε κλειστό βρόχο ελέγχου. Εάν είναι απαραίτητο, οι πληροφορίες από τον αισθητήρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για τη διάγνωση βλαβών των βαλβίδων EGR.

Τύποι βαλβίδων EGR

Τα πρώτα συστήματα EGR ήταν μηχανικά. Από το 1990 και μετά η ενεργοποίηση της βαλβίδας EGR, γίνεται από την ηλεκτρονική μονάδα ελέγχου του κινητήρα. Οι βαλβίδες EGR χωρίζονται στις παρακάτω κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο ενεργοποίησης:

  • Πνευματικές (ενεργοποίηση με κενό)
  • Ηλεκτρικά ενεργοποιούμενες
  • με πηνίο
  • με βηματικό μοτέρ
  • με κινητήρα DC (χωρίς ψήκτρες)

Σήμερα οι περισσότεροι κατασκευαστές προτιμούν ηλεκτρικά ενεργοποιούμενες βαλβίδες EGR ή βαλβίδες EM EGR. Αυτές χαρακτηρίζονται από εξαιρετική δυναμική προσαρμογής και ταυτόχρονα υψηλές δυνάμεις ενεργοποίησης. Είναι αξιόπιστες και ανθεκτικές στην επιμόλυνση. Προσφέρουν χαμηλότερες απώλειες πίεσης και υψηλή ταχύτητα ροής.

Προκειμένου να επιτευχθούν οι υψηλότεροι ρυθμοί ανακύκλωσης των καυσαερίων, που απαιτούνται για την συμμόρφωση με την αυστηρή νομοθεσία για τις εκπομπές ρύπων Euro 6, στο μέλλον αναμένεται να επικρατήσει η ανακυκλοφορία καυσαερίων χαμηλής πίεσης (LP EGR).

Βλάβες στα συστήματα EGR

Όπως όλα τα εξαρτήματα και μία βαλβίδα EGR μπορεί να αστοχήσει. Οι περισσότερες όμως βλάβες στο σύστημα συμβαίνουν από τρεις εξωτερικούς παράγοντες:

1. Ελαττωματικός αισθητήρας θερμοκρασίας ή MAF

Μια συνηθισμένη αιτία αστοχίας της EGR δεν αφορά στην πραγματικότητα την ίδια τη βαλβίδα. Εάν η πληροφορία για τη μάζα ή τη θερμοκρασία του αέρα εισαγωγής είναι λανθασμένη, το σύστημα EGR δεν θα λειτουργήσει όπως θα έπρεπε. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η ροή του συστήματος EGR θα είναι ανεπαρκής, και το σύστημα αυτοδιάγνωσης θα καταγράψει βλάβη στην βαλβίδα EGR.

2. Βουλωμένος σωλήνας EGR

Το σύστημα EGR οδηγεί καυσαέρια πίσω στον κινητήρα μέσω ενός ειδικού τμήματος σωλήνα, που συχνά αναφέρεται ως σωλήνας EGR. Τα καυσαέρια περιέχουν μεγάλο ποσοστό αιθάλης. Με την πάροδο του χρόνου, τέτοιες ουσίες τείνουν να συσσωρεύονται στα τοιχώματα του σωλήνα της EGR. Τελικά οι εναποθέσεις μπορούν να γίνουν αρκετά παχύρρευστες ώστε να διακόψουν τη ροή εντελώς.

Αυτό το ζήτημα οδηγεί στο ίδιο σύνολο προβλημάτων με έναν ελαττωματικό αισθητήρα θερμοκρασίας ή MAF. Δηλαδή, το σύστημα EGR να παρέχει ανεπαρκή ρυθμό ροής.

3. Κολλημένη βαλβίδα EGR

Οι ίδιοι ρύποι που μπορούν να φράξουν το σωλήνα της EGR συσσωρεύονται επίσης στην ίδια τη βαλβίδα. Με την πάροδο του χρόνου, αυτές οι ουσίες δυσκολεύουν το σωστό άνοιγμα και κλείσιμο της βαλβίδας. Η βαλβίδα μπορεί ακόμη και να κολλήσει σε μερικώς ανοιχτή ή μερικώς κλειστή θέση. Και τα δύο αυτά σενάρια προκαλούν βλάβη στο κύκλωμα της EGR.

Μια κολλημένη βαλβίδα EGR στην κλειστή θέση δεν θα επιτρέψει στα καυσαέρια να εισέλθουν στον κινητήρα. Ως αποτέλεσμα, οι θερμοκρασίες του κινητήρα αυξάνονται, με αποτέλεσμα το κροτάλισμα. Μια κολλημένη βαλβίδα EGR στην ανοιχτή της θέση επιτρέπει υπερβολική ποσότητα καυσαερίων να ανακυκλοφορήσει. Το αποτέλεσμα είναι: τραχύ ρελαντί και έλειψη απόδοσης που μερικές φορές φτάνει στο σημείο ο κινητήρας να σβήνει ή να ξεκινά δύσκολα.

EGR – Λίπανση/Λιπαντικά

Η χρήση συστημάτων EGR για τον έλεγχο των εκπομπών NOx έχει άμεσο αντίκτυπο στη λίπανση των κινητήρων, καθώς η εισαγωγή καυσαερίων στο θάλαμο καύσης καθιστά το περιβάλλον λειτουργίας του λιπαντικού περισσότερο δυσμενές. Η ανάγκη διαχείρισης υψηλότερων επιπέδων επιμόλυνσης εμπεριέχει τον κίνδυνο τόσο της υποβάθμισης του λιπαντικού όσο και της φθοράς του κινητήρα. Στην πράξη, η επαφή με διαβρωτικά/όξινα αέρια οδηγεί σε αύξησης της οξείδωσης και του κινηματικού ιξώδους του λιπαντικού καθώς και σε αύξηση της επιμόλυνσής του με αιθάλη και μικροσωματίδια. Οι συγκεκριμένες συνθήκες λειτουργίας ευνοούν την εμφάνιση φθοράς σε διάφορα μέρη του κινητήρα, όπως στα χιτώνια των κυλίνδρων, στα ελατήρια των εμβόλων και στις βαλβίδες. Οι μηχανισμοί φθοράς στη συγκεκριμένη περίπτωση εντοπίζονται στη διαβρωτική συμπεριφορά των όξινων συστατικών των αερίων ανακυκλοφορίας και στην αποξεστική δράση του αυξημένου σωματιδιακού φορτίου που εισέρχεται στο θάλαμο καύσης όταν χρησιμοποιούνται συστήματα EGR.   

Στην προσπάθεια περιορισμού των αρνητικών επιπτώσεων που προκύπτουν από τη χρήση συστημάτων EGR, οι κατασκευαστές κινητήρων σε συνεργασία με τις εταιρίες παραγωγής λιπαντικών και προσθέτων έχουν αναβαθμίσει τις προδιαγραφές των λιπαντικών κινητήρων, συμπεριλαμβάνοντας όλες τις απαραίτητες εργαστηριακές και μηχανικές δοκιμές. Οι σύγχρονες προδιαγραφές λιπαντικών κινητήρων προϋποθέτουν επανασχεδιασμό της σύνθεσης των λιπαντικών, έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις λίπανσης των κινητήρων με συστήματα EGR για βελτιωμένη προστασία έναντι της φθοράς, αυξημένη οξειδωτική σταθερότητα, και βελτιωμένες απορρυπαντικές και διασκορπιστικές ιδιότητες. Η χρήση λιπαντικών σύγχρονων προδιαγραφών διασφαλίζει αφενός την υψηλή προστασία του κινητήρα έναντι της φθοράς και αφετέρου τη διατήρηση μεγάλων διαστημάτων αλλαγής λιπαντικού.

Posted on Leave a comment

Το φαινόμενο LSPI – Πειράκια στις χαμηλές στροφές

Η προ-ανάφλεξη στις χαμηλές στροφές είναι ένα μη φυσιολογικό φαινόμενο καύσης, που παρατηρείται σε χαμηλές στροφές του κινητήρα, στον οποίο το μίγμα καυσίμου / αέρα αναφλέγεται πριν από τον προβλεπόμενο χρόνο και μπορεί να προκαλέσει κτύπημα κινητήρα, σπασμένα μπουζί, τρύπια έμβολα, στραβές μπιέλες και καταστροφική βλάβη στον κινητήρα.

Τα “πειράκια” σε ένα κινητήρα είναι αποτέλεσμα κρουστικής καύσης ή προ-ανάφλεξης.

Η κρουστική καύση εμφανίζεται κατά κανόνα σε υψηλές στροφές, στο όριο απόδοσης του κινητήρα. Είναι μία κανονικά εξελισσόμενη καύση που μεταβάλλεται σε εκρηκτική και αποτελεί την αιτία που βάζει όριο στην αύξηση της ιπποδύναμης ενός κινητήρα.

Όταν όμως τα πειράκια εμφανίζονται σε μεσαίες ή χαμηλές στροφές, αιτία είναι η προ-ανάφλεξη. Αυτή είναι μία μη προγραμματισμένη ανάφλεξη του μίγματος, πριν σπινθηρίσει το μπουζί. Προκαλείται από υπέρθερμα σημεία, συνήθως από ανθρακούχες επικαθίσεις στα τοιχώματα του θαλάμου καύσης ή από το ηλεκτρόδιο του μπουζί. Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται πρόσθετες εστίες ανάφλεξης με αντίστοιχα μέτωπα φλόγας, απότομη αύξηση των πιέσεων και τον χαρακτηριστικό θόρυβο στην περιοχή των 700 με 1400 Hz.

Η προ-ανάφλεξη πέρα από το γεγονός ότι περιορίζει την ιπποδύναμη που μπορεί να αποδώσει ο κινητήρας, μπορεί να έχει και καταστροφικές συνέπειες σε αυτόν. Τα πειράκια έχουν ταλαιπωρήσει τόσο τους μηχανικούς – σχεδιαστές κινητήρων, όσο και τους μηχανικούς που ασχολούνται με την συντήρηση του αυτοκινήτου. Οι τελευταίοι, στην περίπτωση εμφάνισης πειρακίων, περιόριζαν το αβάνς. Στους σύγχρονους κινητήρες αυτό δεν είναι εύκολο, αλλά δεν είναι και αποτελεσματικό ταυτόχρονα. Οι σύγχρονοι υπερτροφοδοτούμενοι βενζινοκινητήρες φτωχών μιγμάτων εμφανίζουν συχνά πειράκια από προ-ανάφλεξη στις χαμηλές στροφές ή LSPI (Low-Speed Pre-Ignition) και το πρόβλημα δεν είναι καθόλου απλό.

  Οι αιτίες

Υπάρχουν διάφορες θεωρίες γύρω από την προανάφλεξη σε χαμηλές στροφές, που βρίσκονται υπό διερεύνηση. Σε πρόσφατη διεθνή συνάντηση του τμήματος Καυσίμων και Λιπαντικών του SAE, παρουσιάστηκε βίντεο υψηλής ταχύτητας που κατέγραφε το πρόβλημα.

Όταν το καύσιμο εισάγεται απευθείας στο θάλαμο καύσης, αραιώνει το φιλμ λαδιού που υπάρχει στον κύλινδρο. Αυτή η αραίωση καυσίμου μειώνει την επιφανειακή τάση και το ιξώδες του λαδιού, προκαλώντας συσσώρευση μείγματος λαδιού-καυσίμου στα επάνω σημεία του εμβόλου. Η υψηλή συμπίεση του κινητήρα αρκεί ώστε αυτή η ποσότητα λαδιού να αναφλεγεί πριν γίνει ο σπινθήρας από το μπουζί.

Κατά την παραπάνω συνάντηση, οι εμπειρογνώμονες του κλάδου κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η προανάφλεξη στις χαμηλές στροφές προκύπτει από τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ λιπαντικών, καυσίμων και σχεδιασμού / λειτουργίας κινητήρα. Η επίλυση του προβλήματος πιθανόν να απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση που να καλύπτει και τους τρεις τομείς.

  Οι νέες προδιαγραφές

Με δεδομένο ότι η ποιότητα του λιπαντικού επηρεάζει την εμφάνιση κρουστικής καύσης στις χαμηλές στροφές, η GM και η Ford ξεκίνησαν να καθιερώσουν νέες προδιαγραφές για λιπαντικά που περιορίζουν το φαινόμενο LSPI.

Η νέα προδιαγραφή της General Motors, η Dexos 1- Gen2, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 2017, απαιτεί νέα σύνθεση λιπαντικών, με πρόσθετα που μειώνουν αισθητά την εμφάνιση κρουστικής καύσης. Περιλαμβάνει δοκιμή κινητήρων βασισμένη σε τετρακύλινδρο κινητήρα Ecotec 2.0 λίτρων, που δοκιμάζεται και σε κρουστική καύση στις χαμηλές στροφές.

Η General Motors, ενώ μέχρι πρόσφατα πρότεινε την προδιαγραφή Dexos 2 για όλους τους ευρωπαϊκούς κινητήρες, σήμερα προτείνει λιπαντικά προδιαγραφής Dexos 1- Gen2 για όλους τους υπερτροφοδοτούμενους κινητήρες βενζίνης, άμεσου ψεκασμού, κατασκευής από το 2009 και μετά.

Η αξιολόγηση της προστασίας που προσφέρει ένα λιπαντικό έναντι του φαινομένου LSPI περιλαμβάνεται βεβαίως και στη νέα έκδοση Gen 3 της προδιαγραφή άρχισε να χορηγεί άδεια κυκλοφορίας από την 01 Σεπτεμβρίου 2021. Αντίστοιχα η Ford, ενώ για όλους τους βενζινοκινητήρες προτείνει την προδιαγραφή WSS-M2C913-C, για τον κινητήρα 1.0 ECOboost και τους υπερτροφοδοτούμενους κινητήρες φτωχού μίγματος, παρουσίασε την νέα προδιαγραφή WSS-M2C948-B για λάδια 5W-20.

Άμεση ήταν η απόκριση του API, που δημοσίευσε μία εξέλιξη της προδιαγραφής API SN τον Νοέμβριο του 2017. Η προδιαγραφή λαδιού API SN PLUS, ενσωματώνοντας την ειδική δοκιμή Sequence IX, αναπτύχθηκε για υπερτροφοδοτούμενους βενζινοκινητήρες TGDI (Turbocharged Gasoline Direct Injection) ως απάντηση στο αίτημα των αυτοκινητοβιομηχανιών για λάδια κινητήρα που να περιορίζουν την προ-ανάφλεξη στις χαμηλές στροφές. Το API άρχισε να χορηγεί άδεια κυκλοφορίας για την ταξινόμηση SN PLUS την 1η Μαΐου 2018.

To 2020 εμφανίστηκε και η προδιαγραφή API SP. Ο φορέας API ανέπτυξε επτά νέες δοκιμές για αυτό το πιο αυστηρό πρότυπο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για την προστασία της αλυσίδας χρονισμού και την πρόληψη LSPI. Το πρότυπο API SP είναι πλήρως συμβατό με προηγούμενες προδιαγραφές API, συμπεριλαμβανομένων των API SM, SN και SN Plus.

Με κάποια καθυστέρηση δημοσίευσε νέα προδιαγραφή και ο φορέας ILSAC, την GF-6, που τέθηκε σε εφαρμογή από την 1η Μαΐου 2020. Εδώ έχουμε δύο πρότυπα: α) το πρότυπο GF-6A, καλύπτει ιξώδη 0 -20, 5 W 20, 5W 30 και 10W -30 και αντιστοιχεί στην προδιαγραφή API SP, με βελτιωμένη ωστόσο απόδοση οικονομίας καυσίμου, προστασίας των συστημάτων επεξεργασίας καυσαερίων και προστασίας των κινητήρων που καίνε καύσιμο που περιέχει αιθανόλη E 85  β) το πρότυπο GF 6Β που καλύπτει τα λιπαντικά 0W-16

Η καθυστέρηση της ACEA να προχωρήσει σε αναβάθμιση των προδιαγραφών της ώθησε τους ευρωπαίους κατασκευαστές αυτοκινήτων με κινητήρες άμεσης έγχυσης βενζίνης, να ανακοινώνουν δικές τους προδιαγραφές.

Στο γκρουπ της VW για τους νέους κινητήρες TFSI και πετρελαίου TDI συνιστάται η προδιαγραφή VW 508.00, που υποστηρίζει λάδι οικονομίας καυσίμου με πρόσθετα μεγάλης διάρκειας ζωής και ιξώδες 0W-20. Το γκρουπ της PSA από την αρχή του 2020 αναθεώρησε την προδιαγραφή BS 71 2290 και χωρίς να αλλάξει την ονομασία της, προσέθεσε έλεγχο για LSPI. Το λάδι που θα επιλέξει κανείς, πρέπει να έχει πάρει πρόσφατη έγκριση για αυτή την προδιαγραφή.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την προδιαγραφή BMW LL-17FE+, που επίσης περιλαμβάνει έλεγχο για κρουστική καύση, απαιτεί ιξώδες SAE 0W-20 και συνήθως συνδυάζεται με τις προδιαγραφές ACEA C5 και API SP.

Τέλος η ACEA ανακοίνωσε πρόσφατα δύο νέες προδιαγραφές, ώστε να καλύψει τους κατασκευαστές που παράγουν επιβατηγά αυτοκίνητα και φορτηγά ελαφρού τύπου,στα οποία χρησιμοποιούνται υπερτροφοδοτούμενοι κινητήρες βενζίνης και πετρελαίου άμεσου ψεκασμού (DI), με τεχνολογία stop/start.

Η πρώτη νέα κατηγορία είναι η High SAPS A7/B7-21 με προστασία από την κρουστική καύση στις χαμηλές στροφές και τη φθορά, για υπερτροφοδοτούμενους βενζινοκινητήρες DI, καθώς και για προστασία από τις επικαθίσεις στον υπερσυμπιεστή (TCCD), για σύγχρονους πετρελαιοκινητήρες DI.

Η δεύτερη κατηγορία είναι η mid-saps C6-21 (0W20) που παρέχει προστασία από την κρουστική καύση στις χαμηλές στροφές και τη φθορά για υπερτροφοδοτούμενους βενζινοκινητήρες DI, καθώς και προστασία από επικαθίσεις στον στροβιλοσυμπιεστή για υπερτροφοδοτούμενους πετρελαιοκινητήρες (TCCD), συμβατή με προηγμένα συστήματα επεξεργασίας καυσαερίων όπως τα φίλτρα παρακράτησης σωματιδίων βενζίνης και πετρελαίου και οι τριοδικοί καταλύτες επιλεκτικής αναγωγής TWC

  Οι προτάσεις μεσα απο την έρευνα και ανάπτυξη της Shell

Η οικογένεια Shell Helix διαθέτει λιπαντικά που καλύπτουν μία ή περισσότερες από τις παραπάνω προδιαγραφές, συμβάλλοντας έτσι στην αντιμετώπιση του φαινομένου LSPI. 

Οι επιλογές ξεκινούν από ορυκτέλαια και ημισυνθετικά προϊόντα (Helix HX5 15W-40Helix HX6 10W-40 , Helix HX7 10W-40) , έως πλήρως συνθετικά προϊόντα (Helix HX8 5W-40Helix Ultra 5W-40Helix Ultra Professional AP-L 5W-30 ). Και καταλήγουν σε νέας γενιάς λιπαντικά ιξώδους 0W, όπως τα Helix Ultra Professional AV-L 0W-20Helix Ultra SP 0W-20 και Helix Hybrid 0W-20. Tα δύο τελευταία μάλιστα,  καλύπτουν την πιο πρόσφατη προδιαγραφή API SP, ενώ συμμετέχουν και στην πρωτοβουλία της Shell για λιπαντικά μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα.

 

 

Posted on Leave a comment

Η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της λίπανσης στις εργαλειομηχανές

Οι κατασκευαστές που αναζητούν τη βελτίωση της απόδοσης και της υγείας των μηχανημάτων κατεργασίας τους, λαμβάνουν υπόψη πολλές διαφορετικές μεταβλητές. Μεταξύ αυτών, οι σωστές διαδικασίες λίπανσης συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους παράγοντες, καθώς επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία της παραγωγής και το συνολικό κόστος.

Στις κατεργασίες μετάλλων, συνήθως διαχωρίζουμε τα χρησιμοποιούμενα λιπαντικά σε δύο βασικές κατηγορίες. Πρώτον είναι το υγρό κατεργασίας, που αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της παραγωγής. Δεύτερον είναι τα λιπαντικά που φροντίζουν για την ομαλή λειτουργία των κινούμενων μερών του μηχανήματος και τα οποία εξετάζονται στα πλαίσια του προγράμματος συντήρησης. Φυσικά, υπάρχουν και τα βοηθητικά προϊόντα συντήρησης, που βοηθούν σε διαδικασίες καθαρισμού, αντισκωριακής προστασίας, αντιμετώπισης μικροοργανισμών κλπ.

Το να κάνετε τις σωστές επιλογές για τα παραπάνω υλικά, είναι απαραίτητο για τη μεγιστοποίηση της απόδοσης και της υγείας του μηχανήματος. Η χρήση λανθασμένου υγρού κατεργασίας μπορεί να είναι καταστροφική, καθώς όχι μόνο επηρεάζει τη διάρκεια ζωής του εργαλείου, αλλά επηρεάζει άμεσα και την ποιότητα του τελικού προϊόντος.  Ταυτόχρονα, ο συνδυασμός του κατάλληλου υγρού κοπής με τα κατάλληλα λιπαντικά συντήρησης, παίζει σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της απόδοσης και τη μείωση του κόστους. Διότι τα λιπαντικά επηρεάζουν όλα τα περιστρεφόμενα και κινούμενων εξαρτημάτων της μηχανής, επιδρώντας καθοριστικά στην αντοχή του εξοπλισμού και την αδιάλειπτη λειτουργία του.

Υγρό κοπής

Όπως γνωρίζουμε, το υγρό κοπής εκτελεί ταυτόχρονα λειτουργίες λίπανσης του σημείου κατεργασίας, ψύξης των μεταλλικών εξαρτημάτων/επιφανειών και απομάκρυνσης των γρεζιών. Έτσι, βοηθά στην επίτευξη του σωστού αποτελέσματος κοπής και την αποφυγή της υπερθέρμανσης του εργαλείου – που μπορεί να αυξήσει τη φθορά εκθετικά.

Πέρα από τις παραπάνω λειτουργίες, το υγρό κοπής οφείλει να διαθέτει συγκεκριμένες ιδιότητες, έτσι ώστε να είναι συμβατό με τα υλικά κοπής, να παρέχει μεγάλη διάρκεια ζωής του διαλύματος με το νερό, να προστατεύει από μικροοργανισμούς και να είναι φιλικό προς το χειριστή.

Χωρίς να επεκταθούμε αναλυτικά στην τεχνολογία των υγρών κοπής, μπορούμε να αναφερθούμε στη συνεχή εξέλιξη σε αυτόν τον τομέα, που έχει οδηγήσει σε προϊόντα πολύ σταθερά, με υψηλή απόδοση και ταυτόχρονα οικονομικά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως έχει επισημανθεί πρόσφατα στη συγκεκριμένη αρθρογραφία, είναι το Ultracut 370 EP της Rocol, ένα νέο ημισυνθετικό υγρό κοπής, που ενσωματώνει ακριβώς τις τελευταίες εξελίξεις στη συγκεκριμένη κατηγορία. Κατορθώνει δηλαδή να προσφέρει την επιθυμητή απόδοση κατεργασίας, διατηρώντας τις ιδιότητές του για μεγάλα χρονικά διαστήματα, ενώ ταυτόχρονα το ποσοστό αραίωσής του στο νερό – άρα και η ποσότητα κατανάλωσής του – είναι ίσως το χαμηλότερο στην κατηγορία του παγκοσμίως.

Λιπαντικά ολίσθησης

Συζητώντας για τη λίπανση εργαλειομηχανών, τα λιπαντικά ολίσθησης είναι ίσως η δεύτερη σημαντικότερη κατηγορία μετά το υγρό κοπής. Είναι αυτονόητο, ότι το λιπαντικό ολίσθησης πρέπει να διαθέτει την ικανότητα πρόσφυσης στις επιφάνειες, για να διατηρεί το λιπαντικό φιλμ και να μην «ξεπλένεται» από την επαφή του με το κοπτικό διάλυμα. Συγχρόνως, πρέπει να είναι συμβατό με τα υλικά κατασκευής των μηχανισμών ολίσθησης, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα διάβρωσης.

Η βασική μέριμνα των παραγωγών αυτών των λιπαντικών είναι η συμβατότητά τους με τα υγρά κοπής. Σε περίπτωση κακής συμβατότητας ενέχει ο κίνδυνος δημιουργίας επιμολυσμένου λαδιού (tramp oil), το οποίο υπονομεύει την αποτελεσματικότητα και τη διάρκεια ζωής του υγρού κοπής. Επίσης, μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη βακτηρίων με αποτέλεσμα δυσάρεστη οσμή, φθορά των μηχανημάτων και προβλήματα για την υγεία και την ασφάλεια των χειριστών.

Απομάκρυνση tramp oil, που δημιουργήθηκε από κακή συμβατότητα λιπαντικού ολίσθησης
Απομάκρυνση tramp oil, που δημιουργήθηκε από κακή συμβατότητα λιπαντικού ολίσθησης

Εξίσου βέβαια σημαντικές είναι και οι τριβολογικές ιδιότητες του λιπαντικού ολίσθησης. Σε μία εργαλειομηχανή, είναι σημαντική η ακρίβεια των κινήσεων και η αποφυγή της σπασμωδικής κίνησης του μηχανισμού ολίσθησης (φαινόμενο stick-slip). Δηλαδή το λιπαντικό πρέπει να επιτρέπει την κίνηση των επιφανειών στο βαθμό της ακρίβειας που απαιτείται, ώστε να προκύπτει και η επιθυμητή ακρίβεια διαστάσεων του κατεργαζόμενου τεμαχίου.

Στο παρακάτω σχήμα βλέπουμε την απόδοση του λιπαντικού ολίσθησης Shell Tonna S3 M ως προς το φαινόμενο του stick-slip. H απόδοση θεωρείται καλύτερη, όσο μειώνεται ο λόγος στατικής τριβής προς την τριβή ολίσθησης.

Τα λιπαντικά ολίσθησης προέρχονται κατά βάση από ορυκτέλαια, αλλά σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να είναι και συνθετικά. Ακόμα και στα ορυκτέλαια όμως, η απόδοση μπορεί να διαφέρει, αναλόγως με την κατηγορία/ποιότητα του βασικού ελαίου που χρησιμοποιείται, καθώς και της ισορροπημένης «συνταγής» βασικών ελαίων και προσθέτων. Μάλιστα, το λιπαντικό ολίσθησης υψηλής ποιότητας μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στα υπόλοιπα συστήματα της εργαλειομηχανής (υδραυλικό σύστημα, γρανάζια κ.α.)

Ένα τέτοιο λιπαντικό είναι το Shell Tonna S3 M. Στο παρακάτω σχήμα απεικονίζεται η απόδοσή του έναντι φθοράς, σε γνωστό τεστ φθοράς αντλίας, σε σχέση με τη μέγιστη «επιτρεπτή» φθορά που ορίζεται από το συγκεκριμένο τεστ. Η ανώτερη απόδοση του λιπαντικού σε αυτόν τον τομέα θα οδηγήσει προφανώς σε σημαντική εξοικονόμηση κόστους, καθώς η αντλία αποτελεί το πιο κοστοβόρο στοιχείο του υδραυλικού κυκλώματος.

Υδραυλικά λιπαντικά

Το υδραυλικό λάδι σε μια εργαλειομηχανή χρησιμοποιείται για τη δημιουργία δύναμης σύσφιξης στα εργαλεία, καθώς ενίοτε και για συγκεκριμένες κινήσεις που απαιτούν υδραυλική ισχύ.

Το συγκεκριμένο είδος λιπαντικού είναι αρκετά «παρεξηγημένο», διότι δεν θεωρείται ότι μπορεί να διαφοροποιηθεί ιδιαίτερα τεχνολογικά. Η πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική, καθώς η ποιότητα του βασικού ελαίου από το οποίο παράγεται το λάδι – και όχι τα πρόσθετα που περιέχει – μπορεί να μεταβάλει σημαντικά τη συμπεριφορά του.

Ένα υψηλής ποιότητας υδραυλικό λάδι έχει

  • βελτιωμένες φυσικοχημικές ιδιότητες
  • την ικανότητα να διατηρεί αυτές τις φυσικοχημικές ιδιότητες όσο γίνεται πιο σταθερές, ή καλύτερα όσο γίνεται λιγότερο μεταβαλλόμενες με την πάροδο του χρόνου
    • ρευστότητα (ιξώδες)
    • οξειδωτική σταθερότητα
    • διηθησιμότητα (filterability)
    • διαχωριστική ικανότητα από το νερό/υγρασία
    • γρήγορη απελευθέρωση των φυσαλίδων αέρα
    • φιλικότητα προς τα στεγανοποιητικά υλικά και τα υλικά των σωληνώσεων.
Προμηθευτείτε εδώ τα απαραίτητα για μια ολοκληρωμένη λίπανση
Posted on Leave a comment

Πόσο φιλικό είναι το υγρό κοπής σας;

Όπως γνωρίζουμε όλα τα υγρά κοπής έχουν, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, τη δυνατότητα να προκαλέσουν προβλήματα υγείας στους χειριστές μηχανημάτων. Αυτοί οι κίνδυνοι προέρχονται από την επαφή με τα υγρά αυτά κατά τη διάρκεια της κατεργασίας, όπως:

  • άγγιγμα εξαρτημάτων και εργαλείων
  • πιτσίλισμα από το υγρό
  • σωματίδια (νέφος) από το εξατμιζόμενο υγρό, που επικάθεται στο δέρμα,
  • εισπνοή του νέφους.

Συχνά, συναντούμε στα υγρά αυτά ουσίες που ερεθίζουν το δέρμα ή βιοκτόνα που απελευθερώνουν χημικά όπως φορμαλδεΰδη. Αναλόγως με τη σύστασή του, το υγρό φέρει και τις σχετικές σημάνσεις επικινδυνότητας.

Επομένως, ένα φιλικό προς το χειριστή υγρό κοπής πρέπει να διαθέτει την κατάλληλη σύσταση, έτσι ώστε να διαχειρίζεται τις απαιτήσεις της κατεργασίας και τις συνθήκες του περιβάλλοντος, αλλά παράλληλα να προσφέρει ασφάλεια στο χειριστή. Συγχρόνως, οι καθημερινές πρακτικές χειρισμού και συντήρησης του υγρού, θα βοηθήσουν στη διατήρησή του στη βέλτιστη κατάσταση.

Το περιβάλλον της κατεργασίας

Λόγω της φύσης των υγρών κατεργασίας μετάλλων και του περιβάλλοντος στο οποίο χρησιμοποιούνται, μια συγκεκριμένη ποσότητα μικροβιολογικής ανάπτυξης είναι αναπόφευκτη. Οι πηγές μικροβιολογικής μόλυνσης περιλαμβάνουν:

  • το νερό που χρησιμοποιείται σε ανάμιξη με το υγρό κοπής,
  • τα εξαρτήματα που εισέρχονται στο μηχάνημα,
  • τον αέρα γύρω από το μηχάνημα,
  • τα χέρια του χειριστή,
  • λάσπη και κατάλοιπα στη δεξαμενή και σε διάφορα σημεία του συστήματος,
  • ακόμη και «ξένες» επιμολύνσεις (πράγματα όπως αποτσίγαρα, υπολείμματα τροφίμων, και άλλα απόβλητα).

Επομένως, το ερώτημα δεν είναι το πώς θα έχουμε ένα σύστημα χωρίς μικροβιολογική ανάπτυξη (ή ανάπτυξη κάτω από κάποιο αυθαίρετο επίπεδο), αλλά μάλλον το πώς θα ελέγξουμε τη μικροβιολογική ανάπτυξη, έτσι ώστε να παραμένει σε επίπεδα που δεν δημιουργούν πρόβλημα.

Οι απλές καθημερινές πρακτικές

Οι καθημερινές μας συνήθειες είναι αυτές που θα βελτιώσουν κατά πολύ το περιβάλλον εργασίας και του κινδύνους.

  • Διατηρούμε τα μηχανήματα καθαρά, έτσι ώστε να μειώνεται η συσσώρευση γρεζιών και λάσπης στις μηχανές, καθώς αυτά τα υλικά είναι μια σημαντική πηγή βιολογικής μόλυνσης.
  • Προστατεύουμε τη δεξαμενή από οποιαδήποτε ανθρώπινα απόβλητα, καθώς αυτά αποτελούν πηγή τροφής  για μικροοργανισμούς.
  • Απομακρύνουμε όσο μπορούμε το επιμολυσμένο λάδι (tramp oil), καθώς αυτό αποτελεί πηγή τροφής για βακτήρια.
  • Διατηρούμε το συνιστώμενο ποσοστό αραίωσης. Το υψηλό ποσοστό γενικά βοηθά στην αύξηση της ζωής του διαλύματος, αλλά αυξάνει φυσικά και το κόστος, επομένως αναζητούμε ένα υγρό κοπής που θα είναι βιοσταθερό ακόμα και σε χαμηλές συγκεντρώσεις. Αυτό που πρέπει επίσης να προσέχουμε, είναι να μην έχουμε έντονες μεταβολές μεταξύ υψηλών και χαμηλών ποσοστών αραίωσης.
  • Κρατάμε τη στάθμη της δεξαμενής στο επιθυμητό επίπεδο και συμπληρώνουμε συχνά. Μεγάλη σημασία έχει η τήρηση της ενδεδειγμένης διαδικασίας προετοιμασίας του διαλύματος που θα χρησιμοποιήσουμε για τη συμπλήρωση της δεξαμενής.
  • Χρησιμοποιούμε την καλύτερη δυνατή πηγή νερού, καθώς το νερό μπορεί να είναι σημαντική πηγή βακτηριακών και μυκητιακών επιμολύνσεων και τα μεταλλικά στοιχεία μέσα σε αυτό τείνουν να τροφοδοτούν βακτήρια.

Η σύσταση του υγρού κοπής

Τα φιλικά προς το χειριστή υγρά κοπής πρέπει να είναι ικανά να αντιστέκονται στη βακτηριακή υποβάθμιση χωρίς τη χρήση βιοκτόνων ουσιών. Ένα καλό υγρό κοπής φιλικό προς τον χειριστή θα είναι βιοσταθερό και δεν απαιτεί κανονικά την προσθήκη βιοκτόνου στη δεξαμενή.

Η σειρά υγρών κοπής ROCOL ULTRACUT® EVO έχει σχεδιαστεί προσεκτικά, ώστε να είναι από τα πλέον φιλικά προς τον χειριστή υγρά κοπής και να ελαχιστοποιούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Πρόκειται για υπέρ-συμπυκνωμένα, βιοσταθερά υγρά, χωρίς βιοκτόνα

Λόγω του πολύ οικονομικού ποσοστού αραίωσης που προσφέρουν, ελαχιστοποιείται η συγκέντρωση οποιουδήποτε υγρού που έρχεται σε επαφή με το δέρμα του χειριστή κατά τη λειτουργία ή τον καθαρισμό.

Η σειρά ROCOL ULTRACUT® περιλαμβάνει και άλλα προϊόντα, για την αντιμετώπιση ειδικών συνθηκών, όπως περιπτώσεις μεγάλης σκληρότητας νερού ή περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να αποφευχθεί η χρήση βιοκτόνων προσθέτων. Και σε αυτά τα προϊόντα η προσεκτική επιλογή των πρώτων υλών αποσκοπεί στο να συνδυάσει τη βέλτιστη απόδοση με την προστασία της υγείας και ασφάλειας του χρήστη.

Το πρόγραμμα συντήρησης

Η χρήση του κατάλληλου υγρού πρέπει να συνδυαστεί και με τη θέσπιση ενός τακτικού προγράμματος συντήρησης, όπου θα ελέγχεται το pH, το ποσοστό αραίωσης, τα επίπεδα επιμόλυνσης κ.λπ. Έτσι θα διασφαλίζεται ότι το υγρό παραμένει σε καλή κατάσταση και λειτουργεί σύμφωνα με τις συνιστώμενες παραμέτρους του κατασκευαστή.

Παρόλα αυτά, επειδή, όπως προαναφέραμε, η επιμόλυνση είναι πρακτικά αναπόφευκτη, για να διασφαλιστούν περαιτέρω οι ασφαλείς συνθήκες εργασίας, ακόμη και το καλύτερα συντηρημένο σύστημα θα χρειαστεί, σε κάποιο χρονικό σημείο, καθαρισμό.

Κατ’ αρχάς, όταν έχει αναγνωριστεί ότι το υγρό κοπής φθάνει στο τέλος της ωφέλιμης ζωής του, το σύστημα πρέπει να καθαρίζεται και να απολυμαίνεται πλήρως. Η απλή άντληση του παλαιού διαλύματος και αναπλήρωση με νέο δεν αποτελεί οικονομικά αποδοτική εναλλακτική λύση.

Ακόμη όμως και όταν η κατάσταση του υγρού κοπής φαίνεται καλή, χωρίς εμφανή συμπτώματα υποβάθμισης, η καλή εργασιακή πρακτική υπαγορεύει ότι τα συστήματα κοπτικών υγρών επωφελούνται από την ετήσια συντήρηση, που ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο μη προγραμματισμένων διακοπών και εξασφαλίζει ασφαλείς συνθήκες εργασίας για τους χειριστές. Η διαδικασία καθαρισμού έχει συγκεκριμένα βήματα και απαιτεί τη χρήση ενός προϊόντος καθαρισμού, όπως το ROCOL ULTRAGUARD® SC System Cleaner.

Επίσης, εάν το σύστημα πρόκειται να μείνει αδρανές για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε μετά τον καθαρισμό τα συνδεδεμένα τεμάχια πρέπει να αφαιρεθούν, το μηχάνημα και τα εργαλεία να σκουπιστούν και να επικαλυφθούν με κάποιο ειδικό προϊόν προστασίας έναντι της υγρασίας, όπως το ROCOL MOISTURE GUARD® CLEAR SPRAY ή το ROCOL MOISTURE GUARD® GREEN SPRAY

Εάν η παραπάνω διαδικασία δεν είναι εύκολα εφικτή, τότε πριν από τη θέση του συστήματος σε αδράνεια εκτελούμε συγκεκριμένα εναλλακτικά βήματα, όπως

  • Απομακρύνουμε το επιμολυσμένο λάδι (tramp oil) από το μηχάνημα.
  • Αυξάνουμε το ποσοστό κοπτικού υγρού στη δεξαμενή.
  • Κατά την συμπλήρωση του κοπτικού υγρού, τοποθετούμε μια δόση ενός μικροβιοκτόνου προσθέτου, όπως το ROCOLULTRAGUARD® BX 2000
  • Όπου είναι δυνατόν, κυκλοφορούμε το υγρό για μία ώρα κάθε μέρα.

Κατά την επιστροφή στην παραγωγή, τόσο τα υπάρχοντα όσο και τα φρέσκα διαλύματα θα πρέπει να τροφοδοτούνται με τα σχετικά πρόσθετα όπως τα ROCOL ULTRAGUARD® BX 2000 (μικροβιοκτόνο) ULTRAGUARD® FX( (μυκητοκτόνο).

Posted on Leave a comment

Βλέποντας το μέλλον στα λιπαντικά πετρελαιοκινητήρων βαρέως τύπου

Ο σχεδιασμός των πετρελαιοκινητήρων βαρέως τύπου έχει εξελιχθεί σημαντικά τα τελευταία 40 χρόνια, λόγω της νομοθεσίας περί εκπομπών βλαβερών αερίων και των απαιτήσεων των χρηστών για αποδοτικότητα και αξιοπιστία.

Οι βασικότερες εξελίξεις που έχουν επέλθει τα τελευταία χρόνια, αφορούν τους παρακάτω παράγοντες:

  1. Αυξημένη ισχύς: Η πρόοδος στην τεχνολογία στροβιλοσυμπιεστών (turbo) έχει αυξήσει την παραγόμενη ισχύ, σε σχέση με το μέγεθος του κινητήρα.
  2. Υψηλότερες θερμοκρασίες: Προηγμένες τεχνολογίες και υλικά, καθώς και υψηλότερες εσωτερικές θερμοκρασίες απαιτούν βελτιωμένη απόδοση του κινητήρα.
  3. Μικρότερη ποσότητα λιπαντικού στον κινητήρα, ταυτόχρονα με επέκταση του χρόνου αλλαγής λαδιού, είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό στους σύγχρονους κινητήρες χαμηλών εκπομπών.

Αυτές οι αλλαγές στον κινητήρα καταπονούν περισσότερο το λάδι, το οποίο καλείται να λιπάνει, να ψύξει, να καθαρίσει και να προστατεύσει υπό δυσμενέστερες συνθήκες και για όλο και μεγαλύτερα διαστήματα.

Η απάντηση της Shell

H Shell ανταποκρίνεται στις αυξημένες σημερινές και μελλοντικές ανάγκες, μέσα από τη διαρκή Έρευνα και Ανάπτυξη, για την οποία δαπανά δισεκατομμύρια δολάρια. Σήμερα, για να υποστηρίξουμε τους κατασκευαστές στη δημιουργία καθαρότερων και αποδοτικότερων πετρελαιοκινητήρων, χρειαζόμαστε μια νέα γενιά λιπαντικών, που να διαθέτουν τέτοιες ιδιότητες, ώστε να ανταποκρίνονται ταυτόχρονα σε όλες τις παραπάνω συνθήκες.

Η εξέλιξη στα λιπαντικά πετρελαιοκινητήρων αποτυπώνεται σήμερα μέσα από το Shell Rimula R6 LME Plus.

Το Shell Rimula R6 LME Plus διαθέτει την πλέον αναβαθμισμένη τεχνολογία που προσφέρει η Shell στα λιπαντικά κινητήρων βαρέως τύπου υψηλής απόδοσης. Πρακτικά αποτελεί το πρώτο βήμα και την πρώτη ματιά προς τις μελλοντικές τάσεις της ανάπτυξης αυτών των προϊόντων, συνδυάζοντας το ευρύτερο φάσμα αμερικάνικων και ευρωπαϊκών προδιαγραφών, ενώ παράλληλα θέτει τα θεμέλια για την επόμενη γενιά προϊόντων Shell Rimula.

Πρωτοποριακή τεχνολογία

Το Shell Rimula R6 LME Plus αναπτύχθηκε για να παρέχει εκτεταμένους χρόνους αλλαγής λαδιού, χρησιμοποιώντας τη μοναδική τεχνολογία Dynamic Protection Plus της Shell.  Παράλληλα διαθέτει τεχνολογία χαμηλής θειικής τέφρας, φωσφόρου και θείου (low SAPS) και ένα μοναδικό σύστημα κατά της φθοράς.

Η τεχνολογία Dynamic Protection Plus της Shell συνδυάζει

  • βασικό λιπαντικό τεχνολογίας PurePlus (μετασχηματισμός του Φυσικού Αερίου σε βασικό λάδι υπερ-υψηλής καθαρότητας) και
  • την τεχνολογία προσθέτων Adaptive Additive Technology.

Ο συνδυασμός αυτών των πρώτων υλών επιτρέπει στο λιπαντικό να παρέχει εξαιρετική καθαρότητα κινητήρα, μεγαλύτερη σταθερότητα ιξώδους και καλύτερη άντληση σε χαμηλές θερμοκρασίες.

Μεγάλο εύρος προδιαγραφών

Βασικό γνώρισμα του Shell Rimula R6 LME Plus είναι το μεγάλο εύρος προδιαγραφών που καλύπτει. Αυτό το μεγάλο εύρος προδιαγραφών, το καθιστούν Ιδιαίτερα κατάλληλο για μεικτούς στόλους, που περιλαμβάνουν οχήματα από Euro 2 έως Euro 6.

ΠροδιαγραφέςΑPI: CK-4 / CJ-4 / CI-4+ / CI-4 / CH-4 / SN, ACEA: E6 / E7 / E9, JASO DH-2

Εγκρίσεις:MB: 228.51, MAN: M3677 / M3477, Volvo: VDS-4.5 / VDS-4, Scania: LDF-4, Caterpillar: ECF-3 / ECF-2, Cummins: CES 20086 / 81, MTU: 3.1, DDC: 93K222 / 93K218, Deutz: DQC IV-18 LA, Mack: EO-S 4.5 / EO-O Premium Plus, Renault Trucks: RLD-3

Φυσικά, όπως θα δούμε παρακάτω, οι προδιαγραφές θέτουν απλώς ένα βασικό αποδεκτό επίπεδο απόδοσης του λιπαντικού. Η πραγματική διαφορά απόδοσης, όμως, αποδεικνύεται στην πράξη και αυτή είναι που παρέχει το μέγιστο όφελος στο χρήστη.

Οικονομία καυσίμου

Σε ευρωπαϊκή δοκιμή πεδίου συγκρίθηκε η μέση οικονομία καυσίμου 6 διαφορετικών λαδιών κινητήρα σε 6 ευρωπαϊκά φορτηγά Euro 6. Σε αυτή τη δοκιμή το Shell Rimula R6 LME Plus απέδειξε ότι μπορεί να βελτιώσει την κατανάλωση καυσίμου κατά 2,8% σε σύγκριση με λιπαντικά SAE 15W-40 και κατά 2,0% σε σύγκριση με SAE 10W-40.

RIMULA R6 LME PLUS 5W-30
RIMULA R6 LME PLUS 5W-30

Προστασία του κινητήρα

Η προστασία έναντι της φθοράς του κινητήρα επιτυγχάνεται με ειδικά πρόσθετα κατά της φθοράς,  που σχηματίζουν προστατευτικές μεμβράνες στην επαφή μεταλλικών επιφανειών.

Το Shell Rimula R6 LME Plus περιλαμβάνει πρόσθετα διασποράς αιθάλης για να διατηρούν τα σωματίδια της αιθάλης διασκορπισμένα. Έτσι προλαμβάνει την υπερβολική φθορά των λοβών του εκκεντροφόρου και των ωστηρίων των βαλβίδων, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια ισχύος και αυξημένες εκπομπές.

Στη δοκιμή Mercedes-Benz OM 646 LA, το Shell Rimula R6 LME Plus επιτυγχάνει πάνω από 86% λιγότερη φθορά στον εκκεντροφόρο των βαλβίδων εισαγωγής και πάνω από 73% στον εκκεντροφόρο των βαλβίδων εξαγωγής σε σύγκριση με τα πιο αυστηρά, νέα όρια MB 228.51.

Αντοχή του λιπαντικού

Η αντοχή του λιπαντικού αφορά τόσο το χρόνο οξείδωσής του, όσο και τη διατήρηση του ιξώδους του στα επιθυμητά επίπεδα. Η επιτυχημένη συμπεριφορά του λαδιού σε αυτούς του παράγοντες, θα επιτρέψει και την επίτευξη παρατεταμένων διαστημάτων αλλαγής.

Η Volvo T13 είναι μια δοκιμή κινητήρα 360 ωρών, που εισήχθη στην κατηγορία API CK-4 για τη μέτρηση των ιδιοτήτων οξείδωσης του λαδιού. Σε αυτή τη δοκιμή το Shell Rimula R6 LME Plus προσφέρει πάνω από 95% βελτιωμένο έλεγχο ιξώδους, καθώς και μεγάλο «αποθεματικό» οξείδωσης του λαδιού.

Ως προς τον έλεγχο της οξείδωσης, το Shell Rimula R6 LME Plus παρέχει 58% καλύτερο έλεγχο οξείδωσης από το όριο της API CK-4 και 34% καλύτερο από τις πιο αυστηρές απαιτήσεις κατασκευαστών. Ο άριστος έλεγχος οξείδωσης βοηθά στην αποτροπή της πάχυνσης του λαδιού και των επιβλαβών εναποθέσεων σε όλες τις περιοχές του κινητήρα.

Αντίστοιχα, η σταθερότητα διάτμησης είναι ένα μέτρο της ικανότητας ενός λαδιού να αντιστέκεται στη μηχανική υποβάθμιση υπό έντονη πίεση. Η διάτμηση που υφίσταται το λάδι, μπορεί να μειώσει το ιξώδες του, άρα και την ικανότητα προστασίας των ζωτικών μερών του κινητήρα. Στη δοκιμή ASTM D7109, το Shell Rimula R6 LME Plus επιδεικνύει ισχυρή σταθερότητα. Ομοίως, στη δοκιμή σταθερότητας διάτμησης της Bosch, το Shell Rimula R6 LME Plus παραμένει εντός του εύρους SAE 30 (μεταξύ των κίτρινων γραμμών στο σχήμα) ακόμη και μετά από 400 επαναλήψεις.

Συμβολή στην πραγματική οικονομία

Συνοψίζοντας, το Shell Rimula R6 LME Plus είναι ένα κορυφαίο προϊόν λίπανσης SAE 5W-30, το οποίο παρέχει οικονομία καυσίμου, εξαιρετικό έλεγχο της οξείδωσης, των επικαθίσεων και της φθοράς, καθώς και δυνατότητες για παρατεταμένα διαστήματα αλλαγής*.

Αυτά τα χαρακτηριστικά προσφέρουν πραγματική οικονομία στο χρήστη, συμβάλλοντας στη μείωση του Συνολικού Κόστους Κτήσης του οχήματος, σε μεγέθη υπερ-πολλαπλάσια από το κόστος του ίδιου του λιπαντικού.

Επιπλέον, από το Φεβρουάριο του 2021, το λιπαντικό αυτό, όπως και όλη η σειρά Rimula R6 και Rimula Ultra, είναι κλιματικά ουδέτερο σε όλο τον κύκλο ζωής του, δηλαδή ανήκει στα λιπαντικά μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα που εισήγαγε η Shell.

Για περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να ανατρέξετε στη σελίδα του προϊόντος ή να επικοινωνήσετε με τον πλησιέστερο επίσημο συνεργάτη λιπαντικών Shell.

* Τα διαστήματα αποστράγγισης λαδιού πρέπει να τηρούν τα συνιστώμενα επίπεδα του κατασκευαστή.

Posted on Leave a comment

ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΛΙΠΑΝΤΙΚΩΝ…. ΟΠΩΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΙΜΑΤΟΣ

Διαχρονικός στόχος των μηχανικών στις μεταφορές, τις κατασκευές και τη βιομηχανία είναι η  μείωση του κόστους κτήσης του εξοπλισμού που χειρίζονται. Όπως έχει αποδειχθεί πλέον, η λύση σε αυτό το πρόβλημα όχι μόνο δεν επιτυγχάνεται απλώς με την επιλογή φθηνών ανταλλακτικών και αναλωσίμων, αλλά συχνά επιδεινώνεται. Η πραγματική εξοικονόμηση κόστους προκύπτει από επιλογή υλικών που θα προστατεύσουν και θα βελτιώσουν την απόδοση του εξοπλισμού, καθώς και με τη σωστή παρακολούθηση της κατάστασης των συστημάτων.

H ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΗΣ ΛΙΠΑΝΣΗΣ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ

Πολλοί υποτιμούν τη σημασία της λίπανσης για το συνολικό λειτουργικό κόστος μίας παραγωγικής μονάδας, ενός στόλου οχημάτων ή πλοίων. Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες σε βιομηχανικές μονάδες, μόνο το 59% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι η λίπανση μπορεί να επηρεάσει το συνολικό κόστος κτήσης του παραγωγικού εξοπλισμού, έστω σε ποσοστό 5%. Ακόμα λιγότεροι (10% των ερωτηθέντων) πιστεύουν ότι η επιρροή μπορεί να φτάσει σε υψηλότερα επίπεδα, της τάξεως του 25%. Ενώ στην πράξη γνωρίζουμε ότι τελικά μπορεί να φτάσει έως και το 30%.

Γιατί όμως το λιπαντικό επηρεάζει σε τόσο μεγάλο βαθμό την κατάσταση των μηχανημάτων μας; Απλούστατα διότι είναι ίσως το μόνο «εξάρτημα» που έρχεται σε επαφή με όλα τα κινούμενα μέρη του εξοπλισμού. Αν η ποιότητα του λιπαντικού δεν είναι στο κατάλληλο επίπεδο, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος: Οι ιδιότητες του ίδιου του λιπαντικού (τριβή, ψύξη, μόνωση, αντοχή στις συνθήκες λειτουργίας κ.α.) αρχίζουν και επιδεινώνονται. Ακολούθως ο εξοπλισμός αρχίζει και φθείρεται, παρουσιάζει διαρροές, δονήσεις, θορύβους κ.α. και τελικά διακοπή της λειτουργίας του.

Το γεγονός όμως ότι το λιπαντικό διέρχεται σχεδόν από όλα τα κρίσιμα σημεία, μας βοηθά, διότι μεταφέρει μέσα του χημικές «πληροφορίες» για την κατάσταση των συστημάτων από τα οποία διέρχεται. Στα πλαίσια ενός προγράμματος προβλεπτικής συντήρησης, λοιπόν, πρέπει να εκμεταλλευθούμε τα «στοιχεία» που μπορεί να μας δώσει το λιπαντικό, πράγμα που γίνεται μέσα από τις χημικές αναλύσεις.

ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΛΙΠΑΝΤΙΚΩΝ: ΜΙΑ ΑΠΑΙΤΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Οι ειδικοί παρομοιάζουν μία ανάλυση λιπαντικού με την ανάλυση αίματος. Και έχουν δίκιο. Η αναγκαιότητα και η σημαντικότητα του να παρακολουθούμε την κατάσταση του εξοπλισμού μας, είναι αντίστοιχη στο επιχειρηματικό περιβάλλον με την παρακολούθηση του σώματός μας σε προσωπικό επίπεδο. Αντίστοιχα, η δυσκολία και η απαιτήσεις της διαδικασίας είναι ανάλογα υψηλές και δεν μπορούν να γίνουν από τον καθένα, όπως θα δούμε παρακάτω.

Σήμερα, οι επιχειρήσεις που παράγουν ή εμπορεύονται προϊόντα λίπανσης, συνήθως προσφέρουν υπηρεσίες χημικών αναλύσεων, μέσα από ιδιόκτητα ή ανεξάρτητα εξωτερικά εργαστήρια. Οι υπηρεσίες αυτές είναι σε μεγάλο βαθμό τυποποιημένες ως προς τα τεστ που πραγματοποιούνται. Παράλληλα είναι αυτοματοποιημένες ως προς τη διαδικασία διαχείρισης των δειγμάτων και των αποτελεσμάτων. Το πρόβλημα συνήθως όμως είναι, ότι οι χρήστες δεν μπορούν να εκμεταλλευθούν τα οφέλη ενός προγράμματος αναλύσεων. Συνήθη σφάλματα που παρατηρούμε είναι:

  • Οι χρήστες δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι για τη σημασία ενός τέτοιου προγράμματος και έτσι είτε δεν πραγματοποιούν καθόλου αναλύσεις είτε τις πραγματοποιούν χωρίς συγκεκριμένο προγραμματισμό.
  • Οι αναλύσεις λιπαντικών γίνονται μόνο για την κάλυψη τυπικών υποχρεώσεων προς συστήματα διασφάλισης ποιότητας, ασφαλιστικούς οργανισμούς κ.α. Έτσι τα ευρήματα δεν αξιοποιούνται για βελτιώσεις, αλλά απλώς αρχειοθετούνται.
  • Τα «πακέτα» αναλύσεων που πραγματοποιούνται, δεν επιλέγονται με βάση τις ανάγκες του κάθε χρήστη, αλλά με βάση συνήθεις πρακτικές.
  • Περιπτώσεις που δεν παράγονται αξιόπιστα αποτελέσματα, με διάφορες αιτίες, όπως:
  • Ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται από κάποια εργαστήρια δεν είναι επαρκώς εκσυγχρονισμένος ή/και τα επιστημονικά πρότυπα που χρησιμοποιούνται δεν είναι επαρκώς επικαιροποιημένα.
  • Ο χρήστης δεν εκπαιδεύεται από τον προμηθευτή του στον ορθό τρόπο δειγματοληψίας και χειρισμού των δειγμάτων. Έτσι τα δείγματα δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική κατάσταση του λιπαντικού.
      • Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων και οι τυχόν προτεινόμενες ενέργειες παράγονται αυτοματοποιημένα (με χρήση αλγορίθμων) χωρίς την ανθρώπινη εποπτεία και παρέμβαση. Αυτό στερεί το χρήστη από τη δυνατότητα αναλυτικής ερμηνείας του προβλήματος και δυσκολεύει τον εντοπισμό τυχόν σφαλμάτων στη διενέργεια του τεστ.
      • Τα προβλήματα που εντοπίζονται μέσα από τις αναλύσεις λιπαντικών, αντιμετωπίζονται πρόχειρα, ουσιαστικά μόνο ως προς τις άμεσα ορατές συνέπειές τους και δεν αναζητούνται οι αιτίες που τα προκαλούν.

      Είναι, επομένως, φανερό, ότι οι χημικές αναλύσεις λιπαντικών είναι μια πολύ απαιτητική υπηρεσία, που απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις, υπευθυνότητα και οργάνωση από όποιον την παρέχει. Για τον ίδιο λόγο απαιτεί και ιδιαίτερη προσοχή από τον λήπτη της υπηρεσίας, όταν επιλέγει προμηθευτή. Το κριτήριο που πρέπει να χρησιμοποιήσει για την επιλογή είναι όχι τόσο το κόστος της, αλλά το κατά πόσο ο πάροχος της υπηρεσίας διαθέτει την ικανότητα να ανταποκρίνεται στα ζητήματα που θέσαμε παραπάνω. Για αυτό και όταν συχνά ακούμε αυτή την υπηρεσία να παρέχεται δωρεάν – ως συμπλήρωμα μίας πρότασης εφοδιασμού λιπαντικών – μάλλον θα πρέπει να ανησυχούμε…

      ΕΝΑ «ΕΞΥΠΝΟ» ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΛΥΣΕΩΝ ΛΙΠΑΝΤΙΚΩΝ

      Στην Ελλάδα, η διάθεση των λιπαντικών Shell υποστηρίζεται από το σύστημα χημικών αναλύσεων Shell LubeAnalyst. Πρόκειται για το πανευρωπαϊκό σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δειγμάτων λιπαντικών που διαθέτει η Shell Lubricants, το οποίο εφαρμόζεται και στην Ελλάδα από την Πέτρος Πετρόπουλος. Η συλλογή και επεξεργασία των δειγμάτων λειτουργεί αυτοματοποιημένα.

      Το σύστημα LubeAnalyst διαχειρίζεται ετησίως εκατομμύρια δείγματα και κυριολεκτικά «μαθαίνει» από τη συσσωρευμένη εμπειρία αναλύσεων αυτών των δειγμάτων. Χρησιμοποιεί δηλαδή τη διασυνδεδεμένη βάση δεδομένων του, για να ερμηνεύσει τις αναλύσεις των εισερχομένων  δειγμάτων. Καθώς στη βάση προστίθενται συνεχώς νέα δείγματα, η γνώση συνεχώς εμπλουτίζεται και χρησιμοποιείται στην ερμηνεία των επόμενων δειγμάτων. Η συμπεριφορά των λιπαντικών και η κατάσταση του εξοπλισμού παρακολουθείται για κάθε τύπο μηχανήματος, κάθε κινητήρα, κάθε βιομηχανικό εξάρτημα, και αυτή η γνώση διοχετεύεται με τη μορφή τεχνικής υποστήριξης στον τελικό χρήστη.

      Με αυτόν τον τρόπο ο «ασθενής» – δηλαδή ο ηλεκτρομηχανολογικός εξοπλισμός σας – παραλαμβάνει μία αξιόπιστη αναφορά για την κατάσταση του λιπαντικού και έμμεσα για τη κατάσταση του ίδιου του εξοπλισμού, καθώς και μία αρχική σύσταση για τις πιθανές διορθωτικές ενέργειες. Στη συνέχεια αναλαμβάνουν οι «γιατροί» της ομάδας λιπαντικών της Πέτρος Πετρόπουλος, παρέχοντας επιπλέον συμβουλές και υποστήριξη όπου χρειάζεται.

      ΔΟΜΗ ΤΟΥ LUBEANALYST

      Το σύστημα LubeAnalyst εξελίσσεται συνεχώς και σήμερα προσφέρει πάνω από 100 διαφορετικά πακέτα αναλύσεων (test suites), για κάθε τύπο λιπαντικού και λιπαινόμενου εξοπλισμού. Από ένα απλό ορυκτέλαιο έως ένα συνθετικό λιπαντικό υψηλών απαιτήσεων. Από ένα υδραυλικό λάδι έως ένα λάδι κινητήρα.

      Τα πακέτα χωρίζονται στις παρακάτω γενικές κατηγορίες, ανάλογα με τον κλάδο που ανήκουμε:

      • Οχήματα/μηχανήματα εντός και εκτός δρόμου (On & Off Highway)
      • Παραγωγή ενέργειας (όπου – μεταξύ άλλων – εντάσσονται και οι κινητήρες ναυτιλίας)
      • Γενική βιομηχανία
      • Βιομηχανία μετάλλων
      • Ορυχεία, λατομεία

      Στη συνέχεια επιλέγεται το πακέτο που αντιστοιχεί στον εξοπλισμό που θέλουμε να ελέγξουμε:

      • Κινητήρες
      • Συστήματα μετάδοσης κίνησης οχημάτων
      • Βιομηχανικά συστήματα μετάδοσης (μειωτήρες, ρουλεμάν κ.α.)
      • Υδραυλικά συστήματα
      • Μηχανές παραγωγής ενέργειας από αέριο (stationary gas engines)
      • Στρόβιλοι παραγωγής ενέργειας
      • Άλλα συστήματα (αεροσυμπιεστές, ψυκτικοί συμπιεστές, μετασχηματιστές κ.α.)

      Τέλος το κάθε πακέτο αναλύσεων διαθέτει τρία επίπεδα – Standard, Plus και Premium – ανάλογα με τη λεπτομέρεια στην οποία θέλουμε να εμβαθύνουμε.

      ΦΡΟΝΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΜΑΣ

      Σήμερα, στη φροντίδα της προσωπικής μας υγείας, γνωρίζουμε ότι οι ιατρικές εξετάσεις δεν είναι μια υποχρέωση, αλλά μία αναγκαιότητα. Προσπαθούμε να επιλέξουμε αξιόπιστα εργαστήρια για τις αναλύσεις αίματός μας και αξιόπιστο ιατρό για να τις ερμηνεύσει. Ξέρουμε ότι μόνο έτσι θα αποφύγουμε το ψυχικό και οικονομικό κόστος της επιβάρυνσης της υγείας μας.

      Κατ΄αναλογία, οι αναλύσεις λιπαντικών είναι το όχημα που θα μας βοηθήσει στην πραγματική μείωση του κόστους κτήσης του εξοπλισμού μας. Αξίζει λοιπόν να αφιερώσουμε την ίδια προσοχή στη διαδικασία αυτή, με την προσοχή που δείχνουμε κατά την επιλογή των ίδιων των λιπαντικών.

      Επικοινωνήστε μαζί μας εδώ για να ενημερωθείτε για το πρόγραμμα Shell LubeAnalyst από τους τεχνικούς μας συμβούλους.